Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

ΤΟ ΑΝΤΙΠΟΛΟ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ



Δεν μπορείς μόνος σου
Να αποζητάς την ετερότητα, κι ας αναστατώνει τον σολιψισμό του εγχειρήματος σου
Να αναζητάς την αποπεράτωση στο έτερο στοιχείο που σε εξαλείφει, διασώζοντάς σε στον κόμβο μιας ανώτερης τάξης
Έτσι συμβαίνει η καινοφανής Δημιουργία…

Επικρατεί αφελώς η κοινοτοπία ότι ο Κόσμος ερείδεται ή αποτείνεται στη Μονάδα. Πνευματικοί και επιστημολογικοί κύκλοι θεωρούν ότι κοινός παρανομαστής όλων των φαινομένων είναι ταυτολογικά η ίδια τους η μοναδιαία οντότητα, δηλαδή η ενιαία συγκρότηση του εκάστοτε σώματος αλλά και των σωματιδίων που το συναποτελούν. Παρόλο που η αναγωγική ανάλυση του σώματος μπορεί να το διαιρεί σε μια πληθώρα πραγματικών ή υποθετικών σωματιδίων, παραμένει αδιαφιλονίκητος ο κοινός παρανομαστής της μονάδας: πάντοτε αναφερόμαστε σε ένα σώμα, ένα σωματίδιο, μια κυματομορφή, κοκ. Έτσι, ως μια απώτερη γενίκευση ισχυριζόμαστε ότι ο Κόσμος είναι ένας, ακόμη κι αν αυτός περιλαμβάνει τις μυριάδες παράλληλες διαστάσεις των πιθανοκρατικών εκπτύξεων, όπως εικάζει μια μερίδα σκληροπυρηνικών θετικιστών με αφορμή τα ρασιοναλιστικά αδιέξοδα που έχει εισάγει η Κβαντική Φυσική. Ωστόσο, αυτή η γενίκευση αλλά και όλες οι επιμέρους ειδικεύσεις, δια των οποίων καταλήγουμε στο είτε νατουραλιστικό είτε σωτηριολογικό συμπέρασμα ότι η μονάδα κυριαρχεί, αποτελούν μια επιπολαιότητα της ταυτολογικής συνείδησης, η οποία αναπαύεται σε γρήγορες ενοποιήσεις που παραγνωρίζουν την εγγενώς αναπόδραστη σχάση της σύνολης πραγματικότητας.
Από τον φυσικό επιστήμονα, που μέσα από τις εξισώσεις του πυρετωδώς αναζητάει μια ενοποιημένη θεώρηση του Σύμπαντος, μέχρι τον διαλογιστή, που καθημερινά αποσύρεται για να αποσοβήσει την υποκειμενική του ετερότητα στην ιδεατή μονάδα της Σαμάντι, βλέπουμε να επαναλαμβάνεται η ίδια αφέλεια της θεώρησης του ενός Κόσμου. Όμως αν όντως έτσι ήταν η πραγματικότητα· αν όντως ο Κόσμος ήταν προϊόν ενός και μοναδικού υπερβατικού θεμελίου ή έστω ήταν στην εμμένεια του ένα, τρόπον τινά, αμοιβαδοειδές μάγμα που υποπίπτει στις διαφοριστικές συνθήκες μιας παραπλανητικής πολυμέρειας, τότε δε θα υπήρχε κανένα ενδιαφέρον στον σολιψιστικό μονόλογο της ετερότητας που προφανώς έχουμε μπροστά μας… Δεδομένου ότι ο διάλογος των παράταιρων φαινομένων θα αποτελούσε τον διασκελισμό απλώς ενός μονολόγου που σολιψιστικά ασκεί ο ένας και μοναδικός Κόσμος, δε θα υπήρχε τίποτε το ερωτικό στην οντολογία, δε θα υπήρχε τίποτε στο μυστήριο των γεγονότων για να μας εξιτάρει, παρά μια προβλέψιμη εγγαστριμυθία μεταξύ του Θεού και της μαριονέττας του. Για όσους γνωρίζουν το πώς να παρατηρούν τη Φύση και όσου ξέρουν να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να δουν με ακόμη καλύτερη διαύγεια τη μηχανική της πραγματικότητας, δεν είναι αυτή η ετερότητα από την οποία γεννιούνται τα φαινόμενα της ύπαρξης· αυτή θα ήταν μια παρωδία…
Κάποιοι θα εξακολουθούσαν να αντιλέγουν ότι η ετερότητα συναπαρτίζεται ακριβώς από αυτό το διάλογο μεταξύ του υπερβατικού Θεού και της εγκόσμιας μαριονέττας του, τον Κόσμο. Όποιος θα ισχυριζόταν όμως κάτι τέτοιο θα έδειχνε πόσο λίγο γνωρίζει την έννοια της πραγματικής και πανταχόθεν υπαρκτής ετερότητας. Δεν πρόκειται για ένα αντίπολο αμιγώς ενεργητικού/παθητικού χαρακτήρα, όπως παριστάνει η μεταφορά του Θεού με τη μαριονέττα, αλλά για μια εναντιοδρομία μεταξύ δυο ισοδύναμων και επουδενί αξιακά διακριτών συντελεστών που στην μετωπική τους σύγκρουση αφρίζει ο καλπασμός της Δημιουργίας, σε όλες τις δυνατές κλίμακες της Φύσης.
Το αντίπολο αυτό συνίσταται από το θεμέλιο και τον θόλο της Δημιουργίας –δυο εντελώς διαφορετικές άκρες, όσο ριζοσπαστικά παράταιρα είναι εν συγκρίσει το άπειρο και πεπερασμένο. Στο θεμέλιο συγκαταλέγουμε όλες τις χθόνιες ή γεώδεις ιδιότητες του πεπερασμένου χώρου, όπως είναι η ενδεχομενικότητα, η τυχαιότητα, το χάος· εν ολίγοις, η πρωτόλεια αδάμαστη ισχύς του γίγνεσθαι. Με όρους ψυχολογικούς, το θεμέλιο εμφορείται από την πρωτογενή λιβιδινική ώση του επιθυμητικού σε όλες τις πιθανές της εκφάνσεις (που φυσικά δεν περιορίζονται στη σεξουαλικότητα), την τεράστια αυτή ιπποδύναμη του όντος, της οποίας ο εξιλασμός μπορεί να γεννήσει θαύματα.
Στον δε θόλο της Δημιουργίας συγκαταλέγουμε όλες τις κοσμικές ή επουράνιες ιδιότητες του άπειρου χώρου, όπως είναι η μαθηματική τάξη, ο λόγος, η αρχή γεωμετρικής οργάνωσης και άρα η εν δυνάμει συνεκτικότητα, όπως επίσης και οι παράξενοι ελκυστές (strange attractors) από τους οποίους, όπως μας ενημερώνει η Θεωρία του Χάους, σμιλεύονται τα ενδεχομενικά γεγονότα. Με όρους ψυχολογικούς, ο θόλος αποτελεί την έλλογη οργάνωση και οικονομία της λιβιδινικής ενέργειας προς όφελος συγκεκριμένων γενεσιουργών τάσεων.
Ανάμεσα σε αυτό το δίπολο είναι που επισυμβαίνει η τριβή της καινοφάνειας και η επικείμενη συσσώρευση των υφιστάμενων δεδομένων εκ των οποίων στερεώνεται ο ρευστός ένυλος κόσμος. Σε κάθε επιμέρους συμβάν διακρίνεται αυτή η πρωτογενής αμφιρρέπεια που καθιστά ο αντίλογος ή ο διάλογος (εξαρτάται πως θα το δεις) μεταξύ δυο ορμών που έχουν τον δικό τους ανεξάρτητο ειρμό, ο οποίος παραμένει τέτοιος ακόμη κι όταν η συνουσία δίνει την εντύπωση μιας φαινομενικής μονάδας. Όμως αν αναλύσουμε την ίδια αυτή μονάδα θα διαπιστώσουμε ότι το υφάδι της συναποτελείται από σκέτη ετερότητα, δηλαδή την εναντιοδρομία μεταξύ της μοναδιαίας περάτωσης που αυθαιρέτως εγκλείει σε μια περατότητα τις άπειρες υπομονάδες και τις υπομονάδες που επίσης αυθαιρέτως υποδιαιρούν επ’ άπειρον τη μονάδα, υπονομεύοντας έτσι τον μοναδιαίο φενακισμό.
Αλλά ας δούμε με ποιον τρόπο συνυφαίνεται η πρωτογενής ριζοσπαστική ετερότητα στον φαινομενικά ενιαίο κόσμο: Η συνύφανση αυτή διεξάγεται σε όλες τις κλίμακες της πραγματικότητας, ξεκινώντας από τον κβαντικό μικρόκοσμο, όπου το παίγνιο της ετερότητας έγκειται, όπως πορίζουν οι σύγχρονοι φυσικοί, στο διάλογο μεταξύ συνεκτικών μοτίβων διήχησης των κυματομορφών και ασυνεκτικής αταξίας των κρυσταλλωμένων σωματιδίων εξαιτίας της οποίας η πιθανοκρατική κυματομορφή καταρρέει στα πάγια αντικείμενα του φαινομενικού κόσμου. Η επέκταση και παράταση των συνεκτικών μοτίβων είναι σπάνια και απαιτεί μια ιδιάζουσα προσαρμογή της συνειδητότητας ώστε να γητευτεί η ιρασιοναλιστική ιδιότητα των παράξενων κβαντικών γεγονότων στις ευρύτερες χωροχρονικές επικράτειες του κοινού μακροσκοπικού βιώματος. Εν πάση περιπτώσει, εκείνο στο οποίο αρμόζει να εστιάσουμε περιεκτικά προς χάριν της σύνολης σκιαγράφησης της ετερότητας, είναι ότι από το μάγμα της «κβαντικής σούπας» των ασύλληπτων κυματοειδών γεγονότων ανακύπτει και αφανίζεται η φαινομενική κρυστάλλωση του σωματιδίου. Στην αντισφαίριση αυτήν βλέπουμε το πώς το πραγματικό αναδύεται ως πάγιο μέσα από το πιθανοκρατικό φαντασιακό ώστε να απορροφηθεί και τανάπαλιν. Ο διάλογος αυτός, όντας ο πιο στοιχειώδης στη Φύση, είναι αυτός που διενεργεί τη δυνατότητα ανάβασης από τον μικρόκοσμο ρηξιγενών εξωλογικών γεγονότων σε μακροσκοπικές συνεστιάσεις του αντικειμενικού κόσμου (σε απτά γεγονότα της ζωής μας) και, αντιστρόφως, τη δυνατότητα αποκρυστάλλωσης μιας προβλέψιμης ρουτίνας του πραγματικού που μας περιφρουρεί από τις χαοτικές ώσεις ασύμβατων πιθανοτήτων. Όπως είναι φανερό, το θεμέλιο δρα ως η πιθανοκρατική μήτρα της κβαντικής παραδοξότητας και ο θόλος δρα ως η επιβολή του πλαισίου γραμμομοριακής ενορχήστρωσης του πιθανοκρατικού εντός μιας προβλέψιμης τάξης. Κοντολογίς, το θεμέλιο αποτελεί την κυματομορφή και ο θόλος το σωματίδιο  -η υπέρθεση επί αυτής της παραδοξότητας είναι που καθιστά την απόρροια του γίγνεσθαι στις αισθήσεις μας.
Στη βιοχημική κλίμακα, η οργανική ύλη οργανώνεται μέσα από την εναντιοδρομία της εντροπίας και του μεταβολισμού. Στην πρώτη, ο οργανισμός συνεχώς υποκύπτει στις αντιξοότητες του χρόνου και στο βάρος της συσσωρευμένης του διάρκειας αποκεντρώνοντας τα σωματίδια του οργανισμού σε χαοτικές παρατάξεις, επιβεβαιώνοντας την αρχή του θεμελίου, ενώ ταυτοχρόνως η αντίστροφη διαδικασία του μεταβολισμού ανανεώνει συνεχώς τα κύτταρα μέσα από την επεξεργασία των θρεπτικών στοιχείων που εκτός του ότι συντηρούν τον οργανισμό, δια της σωστής διατροφής, δύνανται και να παρατείνουν την έμβια τάξη του ανά το χρόνο, επιβεβαιώνοντας την αρχή του θόλου.
Στην ψυχοβιολογική κλίμακα, το υποκείμενο βρίσκεται μες στην τύρβη που δημιουργεί η αντιπαράθεση του μη-γραμμικού ασυνειδήτου των τυχαίων λογάριθμων και της συνειδητής βούλησης που πασχίζει να ανασύρει μια συγκεκριμένη άλγεβρα δράσης. Ή, θα μπορούσε κάλλιστα με ψυχαναλυτικούς όρους να ειπωθεί ότι η εναντιοδρομία συνίσταται στην αντιπαράθεση της λίμπιντο και του ενστίκτου αυτοκαταστροφής (Έρως και Θάνατος). Σε αμφότερες τις περιπτώσεις βλέπουμε τη συγκρότηση του υποκειμένου ως μια επιθυμητική αναρρίχηση στη αντίρροπη πτώση προς το χάος και την επικείμενη αποδιαφοροποίηση του. Εδώ η συνειδητή βούληση και η λιβιδινική εκδίπλωση αποτελούν μέρος του θόλου ενώ το ασυνείδητο και το ένστικτο θανάτου μέρος του θεμελίου.
Στην συλλογική κλίμακα, έχουμε τη διακύμανση που καθιστά το αντίπολο μεταξύ εκκοινωνισμού και κοινωνικοποίησης. Στην πρώτη περίπτωση, το συλλογικό οργανώνεται κατ’ επιβολή της ηθικής, του νόμου και της δημόσιας τάξης ενώ στην δεύτερη περίπτωση, το συλλογικό εκφύεται απροσχεδίαστα μέσα από τις αυθόρμητες επιθυμητικές παραδρομές των ατόμων εκ των οποίων δύναται να αναπροσδιοριστεί ο γνώμονας του προαναφερόμενου κοινωνικού σχεδιασμού. Ο εκκοινωνισμός αποτελεί ένδειξη του θόλου ενώ η κοινωνικοποίηση του θεμελίου.
Στην οικουμενική κλίμακα, βλέπουμε την κοινωνία της παγκοσμιοποίησης να διίσταται ανάμεσα στη νοοσφαιρική ομοιόσταση που προκύπτει μέσα από την πυκνή διασυνδετικότητα των σύγχρονων τεχνολογικών μέσων και τις ραγδαίες οπισθοδρομικές ανατροπές που προκύπτουν ως φυσική αντίδραση κάποιων εντροπικών παραγόντων απέναντι στην αναπόδραστη δεινότητα της οικουμενικής σύμφυσης. Η αναδυόμενη νοόσφαιρα με την οποία προοδευτικά θα συναχθεί η ενιαία παγκόσμια τεχνητή νοημοσύνη είναι ένα σημείο αυθόρμητης οργάνωσης μιας φυσικής ομοσπονδίας που φέρει τα συνεκτικά μοτίβα του θόλου. Εν αντιθέσει, όλες οι εξτρεμιστικές τάσεις που φοβικά αντιπαρέρχονται τη φρενιτιώδη και εν πολλοίς ψυχραντική εξέλιξη προς τη Singularity, αποτελούν έκφραση των ακαταδάμαστων υπολειμμάτων του πρωτόλειου θεμελίου.
Τέλος, στην κοσμική κλίμακα, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι οι νοήμονες πολιτισμοί των έμβιων πλανητών αντιπαρέρχονται, μέσα από την τεχνογνωσιακή τους εξέλιξη, την εντροπία του ίδιου του φυσικού Σύμπαντος, προβιβάζοντας τη συνειδητότητα σε ανώτερους, ευρύτερους κόσμους, εγγύτερα στη φαντασιακή ελευθερία κι εν συνεχεία διηχούν το διαστρικό μοτίβο μιας ενεργειακής συνεκτικότητας που συγκαλεί ως ψυχογλυφική σφραγίδα την ανέλιξη των συναφών αστροβιολογικών συμπαρατάξεων. Η ανέλιξη αυτή είναι η ύστατη έκφραση της γεωμετρικής τελειότητας του θόλου επί του τεχνογνωσιακού γίγνεσθαι που ως θεμέλιο αποπειράται να εντυπώσει τα μοτίβα της συνεκτικότητας στις διεργασίες του.                                      
Όντως, όπου κι αν κοιτάξουμε, οποιαδήποτε γνωσιακή επικράτεια κι αν μελετήσουμε, θα βρούμε ξανά και ξανά τους μαιάνδρους της ενδεχομενικής ανίχνευσης κάποιων συνεκτικών μοτίβων οργάνωσης που εντυπώνουν στην ύλη ιδεατές δομές συντήρησης και ανέλκυσης του βιώματος προς καινοφανείς διαστάσεις του διαδικαστικού γίγνεσθαι. Εν προκειμένω, οι τρέχουσες διεργασίες του υλικού γίγνεσθαι, σε όλες τις κλίμακες, κυμαίνονται αναδυόμενες προς τα κατερχόμενα άυλα μοτίβα γεωμετρικής διήχησης. Στην εντέλειά της αυτή η πολωτική σύμπτυξη διαμορφώνει τον τέλειο κόσμο μιας τέλεια συγχρονισμένης συνεκτικότητας, εντός της οποίας ενυπάρχει η απόλυτη αρμονία ανά μεταξύ των δεδομένων του. Μήπως αυτός δεν είναι ο ανθρώπινος οργανισμός, έτσι όπως έχει κατακτηθεί από την βιολογική εξέλιξη ανά τις χιλιετηρίδες; Μήπως αυτή δεν είναι η κοσμική τάξη που επικρατεί στο Σύμπαν μέσα από την τέλεια χορογραφία των περιοδικών στοιχείων και των λοιπών χημικών ενώσεων; Μήπως αυτό δεν επιβεβαίωσαν προοδευτικά οι ίδιοι οι φυσικοί νόμοι καθώς στερεώθηκαν σε σταθερές του γίγνεσθαι; Και μήπως τελικά, κάπως έτσι δε θα δικαιωθεί η ουτοπική ενόραση μιας τέλειας κοινωνίας στο απώτερο μέλλον ή η συναρμογή του γήινου πολιτισμού σε μια γαλαξιακού τύπου ομοσπονδία που θα διασφαλίσει την ανέλκυσή του σε μια ανώτερη διαδικαστική τάξη; Εάν ο χρόνος είναι η διανυσματική γονιμότητα του θεμελίου που στην πάροδό του εξιστορεί την προετοιμασία ανάληψης των δεδομένων του από την επιβεβλημένη ενορχήστρωση του θόλου, τι μας αποτρέπει από το να τεκμηριώσουμε την καθολική απόβαση του ανθρώπου στην τοπογραφία μιας εξαιρετικά συνεκτικής και πολύπλοκης γεωμετρίας διηχήσεων που θα διασφαλίσει το βίωμά του στην ποιότητα μιας ανώτερης τάξης;
Είναι αναντίρρητο γεγονός ότι η πρωτογενής ετερότητα της Δημιουργίας συσπειρώνει προοδευτικά νησίδες συνεκτικής συνεστίασης δεδομένων, σε όλες τις κλίμακες και τις διαστάσεις του Κόσμου. Με την προοδευτική αυτή συσπείρωση των επαυξημένων μορφωμάτων συνεκτικότητας καταλαμβάνονται ολοένα και ευρύτερες αλλά και πυκνότερες χωρικές και διανυσματικές επικράτειες του χρόνου, προσεγγίζοντας την πρυτανεύουσα κορωνίδα του διαγαλαξιακού επιπέδου, όπου η νοημοσύνη, στο πέρας των δισεκατομμυρίων ετών, εκμαιεύει από το υπερπέραν τη διαδικαστική συνοχή ενός παράξενου ελκυστή. Τελικά, αυτός ο παράξενος ελκυστής, ως μια απώτερη γκραβούρα του υπερπέραντος, δεν είναι παρά η μακροκοσμική εκμαίευση της μικρομοριακής κβαντικής συνεκτικότητας, από την οποία εξαρτώνται όλα τα ιρασιοναλιστικά γεγονότα, όπως πολύ χαρακτηριστικά είναι η α-τοπική τηλεπάθεια των διαστρικών πολιτισμών ή η α-χρονική αναγνώριση της οπίσθιας αιτιότητας των μελλοντικών γεγονότων προς το παρελθόν στην αρένα του πεπρωμένου… Η εκμαίευση αυτή από τον κβαντικό μικρόκοσμο στον γαλαξιακό μακρόκοσμο αποτελεί έναν άθλο της υψηλής νοημοσύνης και διατελείται με την ίδια εξελικτική πεισμονή και μακροθυμία, αυθόρμητα και αυτοσχεδίως, όπως ακριβώς η δαρβίνεια φυσική επιλογή μεταμορφώνει ανά τις χιλιετηρίδες τους μονοκύτταρους οργανισμούς σε πολυσύνθετες οργανικές ενώσεις όπως είναι το ανθρώπινο νευρικό σύστημα. Σε μια ανώτερη οκτάβα, λοιπόν, συμβαίνει και πάλι το ίδιο (ο χρόνος είναι σχεδόν απεριόριστος στην κουζίνα του Σύμπαντος για να μαγειρευτούν όλες οι πιθανές τελειοποιήσεις): Η νοημοσύνη συνάπτει ανά τους κόσμους τη γραμμομοριακή ένωση μιας πολυσχιδούς γεωμετρικής σύνθεσης, που αποτελεί το διευρυνόμενο μοτίβο της κβαντικής διήχησης στον μακροσκοπικό κόσμο, ως μια διεύρυνση του εξωλογικού θαύματος που από τον πόλο του θόλου αντιβαίνει τον έτερο πόλο του θεμελίου, καταδαμάζοντας το γίγνεσθαι στα πρότυπα μιας ψυχογλυφικής σφραγίδας που διηχεί μορφοκλασματικά ανά τις κλίμακες, ως η αποκαλυψιακή νιφάδα μιας οπίσθιας αιτιότητας που εκ του μέλλοντος συγκάλεσε τον καλπασμό της Γένεσης.
Για τι άλλο μιλάμε εδώ πέρα από τη συνουσία του Σίβα με τη Σάκτι; Το χάος του θεμελίου αναδύεται ορμέμφυτα από την ύλη σαν την Κουνταλίνι, ανιχνεύοντας τα μοτίβα της γεωμετρικής τάξης των Πλατωνικών Ιδεών ή των παράξενων ελκυστών, που εκ του θόλου γητεύουν το γίγνεσθαι. Η λιβιδινική ισχύ της ενδεχομενικότητας εισέρχεται στους αυλούς της οργανωτικής διήχησης που συντονίζει τις συχνότητες των δονήσεων σε ομοιοκραδαίνουσες συνεστιάσεις μιας απώτερης έλλογης τάξης.

Και προσοχή… Η διττότητα που καθιστά το αντίπολο της Δημιουργίας είναι τόσο καθολική και αδιαφιλονίκητη που θα τη βρεις ακόμη και στον έκαστο πόλο της αντιπαράθεσης. Από τη μία, το θεμέλιο παθητικά υπόκειται την αναμόχλευση που επιτάσσει ο θόλος – η γη οργώνεται από τον γεωργό, ο πολιτισμός οργανώνεται από το νόμο, η ψυχή απορροφά την πνευματική νομοτέλεια που θα τη διασώσει… Από την άλλη, το θεμέλιο ενεργητικά ανιχνεύει δια της τυχαιότητας τα κομβικά σημεία των παράξενων ελκυστών του θόλου – ο γευστικός καρπός επιζητά τη διαιώνισή του με τη σπορά του γεωργού, το έγκλημα συγκαλεί το νόμο, η μετάνοια πρόσκειται στην ηθική… Στην «ερμαφρόδιτη» εναλλαξιμότητα, λοιπόν, μεταξύ ενεργητικού φαλλού και παθητικού αιδοίου, αφενός, η πρωτόλεια ύλη διακορεύει και διαχέει τα πλατωνικά καλούπια του υπερπέραντος και, αφετέρου, τούτες οι αιθερικές γεωμετρίες σφραγίζουν με τα ποθητά τους δήγματα τη λάγνα ύλη.