Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

ΛΗΣΤΩΝ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ






Μόνο για όσους εντρυφούν στις αλληγορίες και τους υπαινιγμούς...


Αυτοκράτωρ: Κοιτώ με θλίψη την κατάντια σας, τις γραμμές φυγής σας που δημιουργούν τις ελλειπτικές μορφές μιας αποσύνθεσης, βρόγχοι που επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος για να τοποθετήσουν στο περίγραμμα του πτώματος το δικό σας ηττημένο σώμα. Κακόμοιροι μετανάστες, είστε οι νυχτερινές πεταλούδες ενός πένθους, οι εκδιωγμένοι των σκιών που δήθεν θα κατευοδώσουν μια Επανάσταση, μια θριαμβευτική επικράτηση του Άλλου, όπως τώρα είναι της μόδας να λέτε. Λοιπόν η επικράτηση αυτού του «πρώτου αθώου δικαιώματος» είναι η ονείρωξη ενός σαχλού παιδιού που δε λέει να μεγαλώσει και να αναλάβει τις ευθύνες των πράξεών του∙ να συνειδητοποιήσει ότι η ζωή απαιτεί θυσίες και φόρο τιμής στην αυθεντία Του, την αιγίδα της ίδιας της βιωσιμότητας σας...

Νομάς Παράφρων: Έχω έρθει έτοιμος με επιχειρήματα μεγαλειότατε, τούτη τη φορά δεν έχεις ελπίδα να νικήσεις. Σου αναγγέλλω εκ των προτέρων ότι θα σου ετοιμάσουμε μνημόσυνα οχεύοντας με αισθησιακούς χορούς και οφιούχες πόρνες πάνω από το μνήμα σου. Η Επανάστασή μας συμβαίνει ήδη, οι γραμμές φυγής διατρανώνονται από ένα παραλογιστικό παραλήρημα που εσύ ο ίδιος υποδαυλίζεις. Κοίτα τα παιδιά του μέλλοντος, τα πρώτα πουλιά της Άνοιξης… Κι αν απελπισμένα είναι δεν πειράζει, βλέπω στο πρόσωπο του καθενός ένα σμήνος αποδημητικών ρευμάτων που είναι αδύνατον να περιορίσεις πλέον σε πλαίσια της δουλικής υποκειμενικοποίησης. Τούτο το πλαίσιο του πτώματος που έχεις ζωγραφίσει είναι ένα μετείκασμα, είναι ο ήδη υφιστάμενος θάνατος του δούλου σου, η μεγάλη του αυθαιρεσία του να σ’ εγκαταλείψει διαπράττοντας ό,τι πιο αδιανόητο: αθέτηση της πιο θεμελιώδους δέσμευσης: το να στέκεσαι στο ύψος μιας «έντιμης συσστράτευσης» υπέρ των προγόνων, υπέρ του έθνους, του Κράτους, του Θεού… Δεν το βλέπεις ότι λίγο-το-λίγο οι γραμμές φυγής παύουν να αποτελούν βρόγχο; Δεν το βλέπεις ότι η νομαδική περιήγηση ήδη ξεκίνησε και ότι επιστροφή δεν υπάρχει για την απειροστή γραμμή που διανοίγει νέες ατραπούς, νέους άξονες ηθικής γνωμάτευσης...

Αυτοκράτωρ: Αυτά, αγόρι μου, σε μένα τα είπαν πολλοί και πάλι τα ίδια είδαμε. Τούτες οι γραμμές τελικά δεν έγιναν παρά άλλη μια κλωνοποίηση του μεγαλείου μου διότι τέτοια είναι η οντολογία μου: ταυτόσημη του ίδιου του γίγνεσθαι! Εγώ παντού… οπουδήποτε κι αν συλληφθεί η διαφορά δεν είναι παρά η αναγέννηση του Ιδίου. Παντού ο άνεμος σπέρνει τα θεμέλια του παλατιού το οποίο καλώς ανανεώνεται και επιβιώνει των καιρών σε νέες τοπογραφίες, νέες συνθήκες, βολιδοσκοπώντας νέους ορίζοντες: Πάντα εγώ στο θρόνο, αυτός που άλλοτε ήταν στο σκαμνάκι της μομφής μου στο τέλος καταλήγει στο κλέος της μορφής μου…

Νομάς Παράφρων: Τούτη τη φορά τα αποδιαρθρωτικά ρεύματα συσσωρεύτηκαν κινδυνωδώς, ελεεινέ. Η Αυτοκρατορία έχει θρέψει τα σαράκια που αποσαθρώνουν κάθε τι επιστητό. Κάτω από την ανυπόφορη μιζέρια της σκιάς σου μάθαμε να διαβάζουμε διαφορετικά τα σημεία της θεσπισμένης πραγματικότητας. Η πρόσοψη της λέξης σου φανερώθηκε για τις απόκρυφες πτυχές της, εκείνες που νοηματοδοτούν τις αδιανόητες συνθήκες του διασυρμού σου. Σε έναν καμπινέ κάθεσαι και περιμένεις την εκτέλεσή σου- όχι από εμάς τους «δολοφόνους» νομάδες που θα επιστρέψουν για να σε εκδικηθούν αλλά  ο φόνος θα διαπραχθεί αυτομάτως από την πρισματική περιδίνηση του αστραφτερού σχιζοειδούς πρίσματος, εκείνης της «αρρώστιας» που καταδιώκεις από αμνημόνευτους καιρούς, τώρα πια φεγγοβολά χρώματα πρόστυχα για τη αφεντιά σου, διαχύνονται οι φυγόκεντρες ροές από το ίδιο το αποικιοκρατικό κορμί σου. Οτιδήποτε σε συναποτελεί απορρυθμίζεται σε μια διασπορά ακανόνιστων μεταβλητών, σαν τους τερμίτες που αποτελειώνουν τον κορμό ενός δένδρου. Σε βλέπω ήδη κατακερματισμένο, ως μια χειρονομία φαιδρή που διηνεκώς τείνει και μένει εκκρεμής στο φάντασμα εκείνου που θα ήταν άλλη μια εντολή για στέρηση, για αυτοθυσία, για το χρέος ενός υπηκόου που τόσο καιρό αδυνατούσε να ψυχανεμιστεί τη συλλογική του διάσταση. Λοιπόν τούτη η συλλογική διάσταση σαν παζλ φανερώνει την ύστατη εικόνα, την εικόνα μιας ηδονικής εκτέλεσης ενόσω η μορφή σου διαλύεται προς πάσα κατεύθυνση. Κι όχι δεν είναι αιτιώδης συνάφεια εκείνη που ενώνει το φόνο με το θάνατο. Μάλλον είναι μια συγκυρία, μια σύμπτωση, σημάδι των καιρών, άρρωστέ μου, που στο νεκροκρέβατό σου σού δείχνει την ίδια την πολυσημία εκείνου που δεν ανέχθηκες κανείς να εκφέρει, που πάντα χρησμοδοτούσες με το κλέος της μονολογικής «αριστείας» ώστε να μένει συμπαγές, μαύρο, μονολιθικό κουφάρι δίχως ερωτογενείς ζώνες, δίχως τερπνούς μεσημβρινούς που προσαγορεύουν την έλευση του απειροστού υπερσημείου. Τώρα πια σε βλέπω σαν τον Αλέξανδρο χαμένο στους έσχατους συνειρμούς του και καταδικασμένο να παραδοθεί στην πιο ύπουλη επίθεση μέσα από το ίδιο το κορμί του… εδώ στη θρυλική αναδυόμενη Βαβυλώνα ενόσω οι μέλισσες βουίζουν το πολεμικό άσμα του εκστατικού νομαδισμού. Κακόμοιρε, τούτο το πλαίσιο που ζωγράφισες με κιμωλία με όλο σου το αστυνομικό καθήκον είναι το ίχνος ενός φαντάσματος που εξακολουθεί να νομίζει ότι υπάρχει!

Αυτοκράτωρ: Ανέκαθεν ήσουν φαντασμένος και επιδίωκες να με πειράξεις. Αναγνωρίζω τη νεύρωση και τον παραλογισμό που αναδίδει η αδύναμη θέση σου. Προσπαθείς να περιγράψεις ένα «ωραίο βασίλειο» όπου δε θα υπάρχει θρόνος μήτε ομφαλός της γης παρά μόνο οι ανόητες τροχιές κάποιων ηλιθίων που αποφάσισαν να επεκτείνουν εις το διηνεκές τη φυγή τους, δηλαδή την απείθεια και ατολμία των λιγόψυχων που ονειρεύονται να απλώσουν στην Οικουμένη το έθος της μικρονοϊκής αφαίρεσης∙ που με το δάχτυλο στη μύτη προσπαθούν να εγκαθιδρύσουν τα ιδρύματα της ψύχωσης, εδώ κι εκεί σαν τις μύγες ονειρεύονται περιττώματα εν είδει αμβροσίας. Λοιπόν, πότε θα ξυπνήσεις; Είσαι και θα παραμείνεις υπήκοος της μεγάλης μου αφήγησης η οποία επιδιώκει να εκμαιεύσει το σωφρονισμένο μέλλον της ευταξίας που για τόσους αιώνες βολιδοσκοπώ. Είσαι τόσο φαντασμένος που δε λες να το καταλάβεις ότι βρισκόμαστε ένα βήμα από την υλοποίησή του, ένα μόλις βήμα από το λαμπρό εορτασμό μιας εκπλήρωσης που θα αποδώσει δικαιοσύνη στα χαμένα πλήθη, πως τούτη η αυτοθυσία άξιζε και ήταν όντως εκ γενετής καθήκον…


Νομάς Παράφρων: Πόσο τραγικός είσαι να το λες αυτό όταν το τελευταίο βήμα που μένει είναι το μετέωρο βήμα μιας καθολικής ολίσθησης, μιας συντριβής απολύτως ειρωνικής που τελικά θα αποδώσει δίκαιο στις σπαταλημένες ζωές μόνο με αναδρομικό επαναπροσδιορισμό της Ιστορίας ως μη ισχύουσα, ως μια φάρσα, ως ένα τραγελαφικό ντελίριο της παρανόησης, της αγυρτείας, της συγκεντρωτικής λαβωματιάς. Κι όλοι αυτοί που πόνεσαν και που διασύρθηκαν στο Έρεβος για να ευδοκιμήσει η αντικειμενική ψευδαίσθηση μιας δήθεν αμετάκλητης οντολογίας, τώρα τους ακούω να ανασαίνουν σαν τα στοιχειά που ανανήφουν από την περιδεή μεταστροφή του γίγνεσθαι προς μια κατεύθυνση απολύτως φαντασιακή, ανάρμοστη, ένα ριζωματικό ξέσπασμα προς χίλιες δυο κατευθύνσεις, με τον ειρμό μιας συλλογιστικής που δεν επιτρέπει να μακροημερεύσει απόφανση, κανένας Λόγος να αποδώσει οριστικό νόημα, να χαράξει τη γραμμή πλαισίου μιας φυλάκισης, του θανάτου ενός πρισματικού ανθρώπου που εκτελέστηκε από τις δόλιες κυριολεξίες σου… Σαν υπονοούμενο σου αντιτάσσω ότι τα στοιχειά δικαιώνονται κι ακούω τον φλοίσβο της ηχηρής σιωπής τους που με δικομανία πρυτανεύουν επί του κάθε σπαραγμού, της κάθε επιμέρους διύλισης που εξαπλώνει μια διασπορά, η οποία θα μπορούσε να σημαίνει το οτιδήποτε εκτός από το Έσχατον, την αποκαλυψιακή σου κατακλείδα!

Αυτοκράτωρ: Αρχίζεις και με εκνευρίζεις και θα ήμουν πιο σκληρός αν δε λυπόμουν το ριζικό σου, το πόσο μάταια ζωγραφίζεις όνειρα και νομίζεις ότι ενυπάρχεις στα ίδια. Δε σου φτάνει η τέχνη; Δε σου αρκεί η απόδραση στα παραμύθια που τόσο όμορφα πλαισιώνουν την ηθική σου οφειλή για να την αλαφρύνουν; Είσαι κατάδικος του ίδιου σου του εαυτού αφού νομίζεις ότι σε αυτόν τον κόσμο ήρθες απλώς για να αποδράσεις… Αν και μόνο ήξερες την ευτυχία του καθήκοντος, του να προσφέρεις όλες σου τις ζωτικές δυνάμεις για να χτιστεί κάτι μακραίωνο, μια λαμπρή κορωνίδα που δίνει μορφή και συνέπεια στα πράγματα, που επιστέφει όλη αυτή τη ματαιότητα με νόημα, το νόημα εκείνο, κακόμοιρε, από το οποίο ορφάνευσες και εξ ου κατάντησες σαν τον Δον Κιχώτη που πολεμάει τους ανεμόμυλους.

Νομάς Παράφρων: Οι ανεμόμυλοί σου αλέθουν τα ίδια και τα ίδια αιώνες τώρα∙ σα στην τροχοπέδη τα βήματά μας ανακυκλώνουν το ίδιο παραστράτημα από το μόνο δικαίωμα για το οποίο αξίζει να ζει κανείς: για τη φυγή που σα βελονιά κεντάει το σχέδιο εκείνο που αντιβαίνει κάθε ευνόητο σχήμα επί του οποίου θα ταίριαζε η οποιαδήποτε τυραννική σου σήμανση. Σου ανακοινώνω το πρώτο αυτό βήμα που την κάθε φορά στο εξής θα σε προδίδει ακόμη κι ως ανάμνηση, ακόμη κι ως μνημείο. Στο εξής δε θα βλέπεις τίποτε στα σχήματα των τροχιών μας που να είναι φιλόξενο των δεσποτικών φαντασιώσεών σου. Η επανάστασή μας δεν έχει να κάνει άλλωστε με τα μεγάλα σχήματα, τις κοσμοϊστορικές αφηγήσεις∙ η επανάστασή μας είναι συνονθύλευμα παραλογιστικών μεταβλητών, τη βλέπω να δρομολογείται την κάθε φορά που η σκέψη ενσκήπτει στα περιθώρια του νοήματος, αλιεύοντας σημειολογικά τέρατα, μαχαιριές οξυκόρυφες σαν τον οργασμό που στο συγκερασμό τους απομυθοποιούν την πομπώδη κλιμάκωση του Έσχατου, ενός κοσμοϊστορικού απογείου, το οποίο χαριεντίζουν τα ύποπτα ιδρύματα του εξορθολογισμού σου. Τη στιγμή ακριβώς που ετοιμάζεις τη φιέστα μιας εκπλήρωσης ακούω τα μπαλόνια να σκάνε και τα κεριά να αναφλέγονται παντού γύρω στις κουρτίνες. Πόσο ανύποπτα σου ξεφύγαμε στη φάση ακριβώς που είχες ετοιμάσει και το περίγραμμα του πτώματος! Ενδίδοντας στη μικρολογική πληθώρα των σχιζοειδών σημείων, αποτολμώντας να φανταστούμε αυθαίρετα τις δικές μας παραστάσεις σαν εκείνες του διονυσιακού άρματος που με συνοδεία πανθήρων φέρνει τον πανικό της έκστασης, δε βλέπω τους «βρόγχους» σου να επιστρέφουν, το παραλυμένο σώμα σου σαπίζει από την παραδρομή του μικρού αυθαίρετου βήματος, εκείνου που θεμελιώνει το ιδρυτικό πρόθεμα της Ρήξης. Το οποιοδήποτε συνωμοτικό βήμα που καταφατικά ανέχεται τα αποφατικά περιγράμματα της συντριβής μας, τούτο το ίδιο βήμα, όλως παραδόξως, διαπερνά τη πύλη του περιγράμματος, με υπερεπάρκεια αποδέχεται το θάνατο αλλά σύμφωνα με το δικό μας παιγνιώδη ορισμό που αντί για κηδείες συνεγείρει εορταστικούς παφλασμούς κυμάτων περιήγησης, τα οποία δεν επιστρέφουν ποτέ στον τόπο του σημειολογικού εγκλήματος για να σε δικαιώσουν.


Αυτοκράτωρ (το βλέμμα του αρχίζει να λυγίζει για πρώτη φορά στην αναδρομή μιας παραίσθησης): …Ποιόν πας να κοροϊδέψεις;… Μιλάς για μικρο-επαναστάσεις των παραστρατημένων βημάτων την οποιαδήποτε στιγμή από το οποιοδήποτε ανώνυμο, μη-ταυτοποιημένο, αταξινόμητο κι εξ ου ασύλληπτο υποκείμενο αλλά όλο αυτό θαρρώ αντιφάσκει με τη μεγάλη σας αφήγηση που εξακολουθεί να υπάρχει. Σε τι διαφέρει αυτή από τη δική μου ώστε να μη γίνει πάλι κτήμα μου, ο νέος κοινός τόπος της αναγέννησής μου; Γιατί να μη γίνει κι αυτό στη συνέχεια μέρος του μακροπολιτικού εξορκισμού της ρηξικέλευθης μαγείας των στοιχειών; Αυτή η δήθεν Αμνηστία του Κατεξοχήν Αλλότριου, αυτό το γελοίο «κοσμοϊστορικό εγχείρημα των επόμενων γενεών» που υποτίθεται θα με συντρίψει, έχεις σκεφτεί ότι κι αυτό είναι άλλος ένας κρίκος της αποστατικής αλυσίδας Του που θα διαφυλάξει την ασφάλεια του πολιτικού μου σώματος;

Νομάς Παράφρων (το βλέμμα του παραμένει υπαινικτικά απλανές δίχως να πέσει στον πειρασμό της ενταλματικής αντέγκλησης): Όταν τα πρώτα πουλιά της Άνοιξης μοιράσουν στους ουρανούς τις τροχιές φυγής ως πελώρια αραβουργήματα μακρόπνοων εξερευνήσεων, τι σημασία θα έχει η μεγάλη αφήγηση ενός τρελού; Αυτή δεν είναι παρά ο ύστατος σπασμός ενός εγωκεντρικού που στο χείλος του γκρεμού μεταστρέφεται και μεταρσιώνεται σε μια αμφιλεγόμενη, πολύσημη και διαβολικά διττή ειρωνεία. Από τη μία της πλευρά βλέπω έναν υπαινιγμό απέναντι στην κρίση της σημαίνουσας μορφής σου: σε εκτελεί αδίστακτα κι ανηλεώς με το να σημαίνει εκείνο το μεγαλόσχημο που προσδοκάς και που σαν παραπροϊόν γέννησες με τις αυτοδίκαιες προρρήσεις σου ενόσω ταυτοχρόνως το αναιρεί σε μια ενδεχομενική αυθαιρεσία, τόσο γραφική και γελοία που είναι ανάξια λόγου και κριτικής…

Αλλά όμως έτσι είναι που ύπουλα σου κλέβει την πνοή και που βήμα-το-βήμα (αυτό το πάντα αφετηριακό βήμα δίχως διάρθρωση κι άρα πραγματική φυγή!) σε κατατρύχει διότι από την άλλη πλευρά της επικείμενης ερμηνείας, τούτη η ασημαντότητα που γελοιωδώς επιδιώκει να υφαρπάξει την αυθεντία σου εξυψώνεται ως ο νέος γνώμονας του μεγαλείου: ως ο βασιλιάς που με το κάθε βήμα αείποτε θα εκτελείται… ειρωνικό Σημαίνον που
υπαινίσσεται την απουσία του, σε όφελος εκείνης της νομαδικής περιήγησης, μιας αέναης πολυδιαίρεσης, προς τους ιαματικούς ορίζοντες της ετεροδοξίας.