Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

AΝΤΙ-ΟΔΥΣΣΕΙΑ




 

Ίσως το βλέμμα της Μέδουσας να συμβολίζει εκείνη την απαγορευμένη από το πατριαρχικό ήθος έκσταση που σε "παγώνει" ευφραντικά στο χρόνο.

Ίσως η βρώση των λωτών της λήθης να συμβολίζει εκείνη την τερπνή κι άνευ περιεχομένου αποσβόλωση στο Είναι, την οποία έκτοτε στις καταβολές του αστικού πολιτισμού μάθαμε να αντιπαρερχόμαστε.

Ίσως το τραγούδι των Σειρηνών να συμβολίζει εκείνη την πρωτογενή σαγήνη του μαγικού ασυνειδήτου από την οποία δήθεν το υποχόνδριο Εγώ θα πρέπει να φυλαχθεί.

Ίσως το ξόρκι της Κίρκης να συμβολίζει εκείνον τον άχρονο αισθησιασμό του θηρίου, που με μεγάλο επιθυμητικό κόστος το ασκητικό ιδεώδες της ανδροκρατίας αποποιήθηκε.

Ίσως ο άθλος της επιστροφής στον εγωτιστικό θρόνο της Ιθάκης να συμβολίζει εκείνη την τυραννική προσδοκία του εξατομικευμένου υποκειμένου για επιτακτική διαφοροποιήση του αστικού Εγώ από τον Ωκεανό της αδιαφοροποίητης έκστασης, με συνέπεια το μεταγενέστερο φόρο υποτέλειας στο αναδυόμενο Σύστημα της αποφατικής συνθήκης. 

  

Στην αυγή της νέας χιλιετίας, της τόσο υπερθεματισμένης από ουτοπικά οράματα, βλέπουμε το αστικό πρόσωπο κατακερματισμένο· ποτέ χειρότερα- παρόλες τις ανέσεις και τους καταναλωτικούς του οργιασμούς, φαίνεται πως εκείνη η βασική στέρηση έχει πλέον φτάσει στο προχωρημένο σημείο εκείνο που μια βόλτα στην πόλη σε πείθει: τούτη εδώ είναι η εστία ευνουχισμένων συνειδήσεων, μια κακόγουστη πολιτεία γεμάτη από ανδρείκελα που ταλανίζονται μεταξύ του χρέους και της οφειλής. Δεν πρόκειται, όπως θα βιαστεί να κρίνει κανείς, για έγνοιες οικονομικής επιβίωσης. Είναι μια στέρηση βασικότερη που χαρακτηρίζει τα πλήθη των αναπτυγμένων κοινωνιών, αποσπασμένα καθώς είναι από το πρωτογενές θρησκεύεσθαι της Φύσης. Η ζωή της ανομολόγητης απελπισίας οφείλεται εξ ολοκλήρου στην εξαναγκαστική μας συνταύτιση με τα ξόανα του Πατρικού Νόμου δια του οποίου κάποιοι χρησμοδοτούνται να ξεριζώνουν κάθε φυσική τάση, να διαστρεβλώνουν όλα τα έθη που εξασφαλίζουν έναν βίο ευδαιμονίας,  έτσι δηλαδή όπως θα άρμοζε να ήταν: φυσικός κι ανεπιτήδευτος. Αλλά αντ’ αυτού το αστικό πρόσωπο ζει στις γκρίζες ζώνες που επιβάλλει η ποινικοποίηση του πρώτου αθώου δικαιώματος, μονίμως κατάφορτο από ενοχές, διασαλευμένο από μια πλειάδα εθισμών και υποκατάστατων που αυτοματοποιούν τη συμπεριφορά του, αποξενώνοντάς το από το ίδιο του το είναι, δηλαδή, την ίδια τη συνειδητότητα. Όλες του, λοιπόν, οι οφειλές αντίκεινται της πρωτογενούς επιθυμίας, της μιας και μοναδικής, από την εκπλήρωση της οποίας εξαρτάται το αυθεντικό ευ ζην. Αυτή δεν είναι άλλη από την επιθυμία για περισσότερη αυτοαναφορικότητα μέσα στο γίγνεσθαι, δηλαδή περισσότερη αίσθηση Παρουσίας δια της οποίας αποδιαρθρώνεται κάθε δεσμός με το Κατεστημένο που μας κατατρύχει στη θρηνώδη άβυσσο μιας τελικά απολεσθέντας ζωής.
Βεβαίως υπάρχουν λύσεις. Ωστόσο, αυτές είναι ακόμη δυσδιάκριτες μέσα στον οχετό των αντιπροτάσεων που δεν έχουν ακόμη ωριμάσει για να αποκτήσουν πολιτική υπόσταση. Κάθε όραμα συλλογικής μεταστροφής παραμένει ουτοπικό. Μόνο η ατομική μας εξιλέωση μπορεί να τεθεί ως σημείο έπαλξης προς ένα ευγενέστερο αύριο, αλλά δυστυχώς κι αυτή ακόμη παραμένει δέσμια των αποτυχημένων θεραπειών που εξακολουθούν να εξυπηρετούν τη μακροημέρευση του Κατεστημένου. Η συντηρητική αστική ψυχοθεραπεία που προσβλέπει στην ομαλή κοινωνικοποίηση μέσω της υπαγωγής στο συμβολικό σύστημα της επικρατούσας ηθικής φαίνεται να μην τα καταφέρνει αρκετά στην αναμέτρησή της με το αίτημα που τώρα πια θέτει απαιτητικά το εξεγειρόμενο ασυνείδητο. Λόγω της κλιμάκωσης των εντάσεων που έχει προκαλέσει ο αποξενωτικός Νόμος, η διαχρονική μας υποκρισία έχει πλέον φτάσει στο νευρωτικό σημείο της κατάρρευσης, εκεί όπου η μάσκα πέφτει με τη βαρύτητα της αυτοπαραίτησης. Ως εκ τούτου, λίγα πράγματα μπορεί να κάνει η ψυχοθεραπεία που επιδιώκει στην επιδείνωση των αποφατικών σχημάτων, δηλαδή αυτής της ίδιας υποκρισίας που αντιπαρέρχεται τα πηγαία αιτήματα του ασυνειδήτου. Όποιος έχει έστω και μία φορά βυθιστεί σε αυτήν την ανεξάντλητη μυστήρια δεξαμενή, γνωρίζει ενδελεχώς ότι αυθεντική μας οντολογία αποτελεί μάλλον αυτό το φαντασιακό, αδιαφοροποίητο μάγμα παρά το απορρέον σχήμα διακριτότητας, η ιδέα δηλαδή μιας ταυτότητας που αναγκαστικά θα πρέπει να καταστέλλει τούτο το πρισματικό υπόστρωμα από το οποίο αποφατικά αναδύεται. Η διαδικασία λοιπόν ρήξης με το συνεχές των συμβολικών συστημάτων που διαφοροποιούν το Εγώ από το πληροφοριακό πλάσμα του ασυνειδήτου είναι μια θεραπεία που πλέον λειτουργεί καλύτερα από την αντίθετη διαδικασία της ομαλής κοινωνικοποίησης μέσω της συναίνεσης του επικρατούντος συμβολικού συστήματος. Επειδή ακριβώς πλέον αρμόζει να προσβλέπουμε σε μια ατομική μετουσίωση που θα επιφέρει δραστικά τη μεταστροφή στο συλλογικό, οφείλουμε να αντιστρέψουμε τους κανόνες της ψυχοθεραπείας, εντείνοντας το παραγκωνισμένο επιθυμητικό και ανακαλύπτοντας εκ νέου το ανθρώπινο πρόσωπο που γεννήθηκε για την απόλαυση κι όχι  για την εγκάθειρξη. Είναι αναγκαίο να πάψει να εξημερώνεται η Φύση μέσα στα αποφατικά σύμβολα του πολιτισμού, όπως ακριβώς η προϋπάρχουσα αμφισημία μέσα στο νόημα. Ο αγώνας μας συνίσταται στην αναγκαιότητα διοχέτευσης της ζωικής γονιμότητας μέσα στην τάξη του πολιτισμού, εμπλουτίζοντας έτσι το νόημα με την απαραίτητη εκείνη πολυσημία που εν τέλει ανοίγει το δρόμο της ελευθεριάζουσας καλλιτεχνικής δημιουργίας, της γιορτής, του οργίου και του παιγνιδιού.
Αυτή είναι η αναδυόμενη εναλλακτική πρόταση και δεν είναι επί ξύλου κρεμάμενη. Οι σύμμαχοί της όλο και πληθαίνουν, αν αναλογιστούμε από τις διακειμενικές εξελίξεις της ίδιας της ψυχανάλυσης και της φιλοσοφίας. Φαίνεται πως ο στοχασμός του τελευταίου αιώνα δικαιώνει ξανά και ξανά την τάση επιστροφής προς την πρωτογενή έκσταση. Αν ο πατριαρχικός πολιτισμός για κάτι περισσότερο από δυο χιλιετίες εδράζετο στη ριζική αποποίηση του πολύσημου και χαοτικού ασυνειδήτου, η επί του παρόντος αντι-ηρωική άρση της υποχονδριακής ταυτότητας-προς-εαυτόν, από την οποία γονιμοποιήθηκε άλλοτε η αστική έννοια του υποκειμένου, αποκαλύπτει ξανά την πραγματική πατρίδα του Οδυσσέα: δεν είναι αυτή η Ιθάκη, δεν είναι η αποστροφή από την έκσταση και η συνακόλουθη αποδιαφοροποίηση του Εγώ- πατρίδα του είναι το ίδιο το ταξίδι, δε θα ήταν τίποτε δίχως αυτό. Η κλασική λοιπόν αντίληψη της ψυχής έχει ως γενέθλιο τόπο τη ριζική αποποίηση αυτού του  ταξιδιού και των μυστήριων σταθμών του, με το οποίο εννοούμε μεταφορικά τις αρχαϊκές, εξισωτικές κοινωνικές δομές και τις ιερουργικές πράξεις οργιαστικού χαρακτήρα. Θα πρέπει τώρα πια να παραδεχτούμε, συντετριμμένοι καθώς είμαστε από την απόβαση στην αμφιλεγόμενη «πατρίδα», ότι μια τέτοια ριζική αποποίηση είναι η ίδια η διαγραφή της πρωτογενούς έκστασης που εκπηγάζει από το ανεπιτήδευτο υπάρχειν.
Στα πλαίσια της αναδυόμενης ψυχοθεραπείας, εδώ δεν εννοούμε άλλο από την βεβιασμένη μας στροφή από τα επιβλητικά σχήματα του προστατικού λόγου που μας εξαναγκάζει να υπομείνουμε το έγκλημα κατά της ζωής ώστε να αναβιώσουμε τα δώρα του πειραματικού βιώματος που συνήθως αποπερατώνεται στην ευδαιμονία του προσώπου. Παύουμε πλέον να επαληθεύουμε τα νοήματα που έχουν σφυρηλατήσει με την πένα τους κάποιοι χρησιμοθήρες, στην αναζήτηση ενός συγκεντρωτικού κόσμου που θα ευνοεί τη διαχείριση του πλούτου. Αναζητούμε ένα άλλο θεμέλιο που δεν έχει καμία σχέση με το γραμμικό νόημα της λογοκρατίας. Ιθάκη μας είναι ο ίδιος ο ωκεανός του απροσδιόριστου Είναι, εκεί δηλαδή που απουσιάζει το κατά κανόνα ενοχικό νόημα. Φτάνοντας εκεί κανείς συνειδητοποιεί ότι αυτός δεν είναι ένας τόπος-ομφαλός που αντίκειται συγκεντρωτικά των πάντων αλλά μάλλον ένα πανταχού-παρών σημείο (ένα υπερσημείο!), ένας άπειρος χώρος δυνατοτήτων, η πρόσβαση του οποίου είναι αυστηρά απορητική και άρα αείποτε μυστήριος. Με άλλα λόγια, η θεραπεία της ψυχής συμβαίνει όταν φτάνουμε βιωματικά στη συνειδητοποίηση του Είναι ως έχει: ως απροσδιόριστο, έκκεντρο και αθεμελίωτο, η ίδια η πηγή της συνειδητοποίησης που εστιάζει επί αυτού του αυτοαναφορικού κατόπτρου. Το Είναι ως πηγή της παρουσίας, το Είναι ως καθρέφτης της καθαρής συνειδητότητας- τέτοιες βιωματικές συνειδητοποιήσεις δεν χρειάζονται τον κατανυκτικό προορισμό της Ιθάκης (που σε επαληθεύει, που σε κάνει ήρωα) διότι πανταχόθεν έρχεται το διονυσιακό γέλιο, κανένας λόγος να τιθασεύσεις την παιγνιώδη δραστηριότητα υπό τις επιταγές του ομογενοποιού Νόμου. 

Οι συνεπαγωγές μιας τέτοιας ψυχοθεραπείας στο επιθυμητικό είναι τεράστιες, πρωτίστως, επειδή αποφορτίζει το πρόσωπο από τη βαθύτερη υπαιτιότητα της δυστυχίας του, που δεν είναι άλλη από την εμπλοκή του στη σπαρακτική διάζευξη που προκαλεί η ενοχή. Η προαναφερθείσα ταύτισή μας με τη νησίδα του ασυνείδητου ωκεανού και η ναρκισσιστική λατρεία της ως μια κάποια Ιθάκη, θέτει εσφαλμένα την έννοια της συνείδησης (που τελικά δεν είναι άλλη εν δυνάμει από τον ίδιο τον ωκεανό) σε δομική αντίθεση με όλες αυτές τις θυμικές παραστάσεις του Ποσειδώνα... το ένστικτο, την ενόρμηση, την επιθυμία. Τουναντίον, αυτά θα πρέπει επιτέλους να θεωρηθούν ως στοιχειακές μορφές της συνείδησης. Εν ολίγοις, η νησίδα-Ιθάκη δεν είναι παρά απόρροια του ωκεανού· σε καμία περίπτωση ένα αποφατικό απόσπασμα. Οι πηγαίες ενορμήσεις, οι επιθυμίες, τα ένστικτα αποτελούν διαδικασίες που γεννούν το ίδιο το υποκείμενο. Θεμιτό είναι λοιπόν το να επιστρατεύσουμε τη μέθοδο της καταφατικής διαχείρισης ώστε οι οποιεσδήποτε αρνητικές πτυχές του ασυνειδήτου να μεταρσιωθούν σε ύστατα απαυγάσματα της πνευματικής συνειδητότητας. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί σε καμία περίπτωση μέσω της καταστολής τους. Τέτοιες αποφατικές πρακτικές αποτελούν τον ίδιο το μοχλό της αναπαραγωγής των συμπτωμάτων. Πρέπει, απεναντίας, να αφήσουμε τα περιεχόμενα του ασυνειδήτου να μιλήσουν, ακόμη κι αν το αυτό που θα πουν είναι το πιο ριζοσπαστικό κι απαράδεκτο. Καμία λογοκρισία στo σύμπτωμα. Η καταφατικότητα θα διευκολύνει τόσο την ψυχοδυναμική της ώση που η αναδίπλωσή της προς την αυτοϊαση θα συμβεί ταχύτατα. Τοιουτοτρόπως, τα βουβά αιτήματα αυτορρύθμισης του ψυχο-οργανισμού βρίσκουν αντίκρισμα σε αντιδιαστολή με μια ψυχοθεραπευτική πρόθεση επανένταξης του ατόμου στο σύνολο και συνακόλουθης καταστολής των πηγαίων εκφράσεων του που τελικά θα αποτελούσε μια κωφάλαλη διαδικασία προσωρινής βελτίωσης. Γνώμονάς μας δεν είναι το μακροπολιτικό συμφέρον μιας αρρωστημένης κοινωνίας· γνώμονάς μας είναι η πληρότητα του υποκειμένου, ακόμη κι αν χρειαστεί να επέλθει η ρήξη με τους κανόνες που το επιβουλεύονται.
Σε αυτή μας την επιλογή δεν παρουσιαζόμαστε εντελώς πρωτότυποι. Εδώ κάνουμε λόγο για την ανάδυση μιας απωθημένης οντολογίας που άλλοτε αποτελούσε την «ορθοδοξία» των αρχαϊκών κοινοτήτων. Γυρνάμε τη ματιά μας σε όσα ρήμαξε ο Πατρικός Νόμος, διαγράφοντας ακόμη και τη νοσταλγική μας ανάμνηση ως ένα κάποιο «Προπατορικό Αμάρτημα» που εξακολουθεί να μας ευνουχίζει. Σήμερα γνωρίζουμε τα κατάλοιπα αυτής της αρχαϊκής οντολογίας, στη Δύση ως «Διονυσιακή» και στην Ανατολή ως «Ταντρική». Πρόκειται για μια τεχνοτροπία του ζην που διακρίνεται από τη βιωματική εξομοίωση, την εν-αίσθηση και τον συντονισμό με το Άλλο, δηλαδή το κατεξοχήν έτερο των προσίδιων ταυτοποιήσεων που μας εγκλωβίζουν καταναγκαστικά στην χωροχρονική επικράτεια της πατριαρχικής οντολογίας. Μέσω αυτής της μεθοδολογίας της πνευματικής αφύπνισης αποπειρόμαστε να επιστρέψουμε γνωστικά και βιωματικά στη φάση προ της διάρρηξης του «αδιαφοροποίητου» δεσμού του βρέφους με τη μητέρα, από την οποία και αναδύθηκε η σπερματική αντίληψη της πραγματικότητας ως τέτοιας. Με άλλα λόγια, επιστροφή στο μαγματικό φαντασιακό του ασυνειδήτου, εκεί οπού δεν υπάρχει Νόμος για να τεμαχίσει τις πρωτογενείς ενορμήσεις σε ενοχικές διχοστασίες. Με βάθρο λοιπόν την πραγματική οντολογική απαρχή της εαυτότητας, που είναι η άγρια, ακαλλιέργητη περιοχή της ψυχής, μπορούμε να αποπρογραμματίσουμε αποτελεσματικά τα περιεχόμενα που έχει αυθαιρέτως εγκαθιδρύσει ο κοινωνικός προγραμματισμός ως δήθεν πρωτογενή. Ο νατουραλισμός αυτής της ανεπιτήδευτης αυτοπραγμάτωσης που φτάνει μέχρι τις ρίζες του γίγνεσθαι, εντοπίζοντάς τες βαθιά στον ψυχικό διάκοσμο (παρά στα εξωτερικά γεγονότα) είναι το καλύτερο αντίδοτο στην επίσης βαθιά δυστυχία που τώρα πια μας διακατέχει ολοκληρωτικά.
Φυσικά μια τέτοια βαθύτατη βολιδοσκόπηση του εαυτού δεν οδηγεί αλλού παρά στην μικρομοριακή αντέγκληση στα όσα έχει εδραιώσει ενδόμυχα ο κοινωνικός προγραμματισμός. Όντας μια εκστατική διαδικασία που μας εκτοπίζει από την επικράτεια του, χειραγωγημένου από τον Πατρικό Νόμο, Εγώ, διανοίγει έναν νέο ορίζοντα στη φιλόδοξη ματιά του αναλυόμενου υποκειμένου που δε διαφέρει σε τίποτα απ΄όσα έχει οραματιστεί η ιρασιοναλιστική ιερουργία του Σαμανισμού. Η πρόσβασή μας σε ένα τόσο βαθύ επίπεδο απ’ όπου καθαιρείται η οροθέτηση όλων των περιεχόμενων του νου, συντονίζει τη σκέψη με τη μικρομοριακή λογική του ασυνειδήτου εκ της οποίας ανασύσταται όχι μόνο ο εαυτός αλλά και η ίδια η πραγματικότητα. Τρόπον τινά, δύναται να συμβεί μια νέα κοσμογονία που ευνοεί τον διάλογο του υποκειμένου με την πραγματικότητα επί μιας άλλης πλέον βάσης που αντιπαρέρχεται δραστικά τις επιταγές του κοινωνικού προγραμματισμού. Επιτέλους συμβαίνει εκείνο που ανομολόγητα όλοι επιθυμούν. Αναφερόμαστε εδώ στην πρωτογενή επιθυμία για την οποία κάναμε λόγο παραπάνω, η οποία είναι επιθυμία για απόλυτη αφομοίωση με το Σύμπαν και άρση της βαριάς ευθύνης που φέρει το φύσει πλαστό Εγώ της αποξένωσης και της απαλλοτρίωσης. Άλλωστε όλα τα τραγούδια, οι καθαρμοί, τα τελετουργικά του αυθεντικού θρησκεύεσθαι, η ποίηση, η τέχνη, ο χορός, και οτιδήποτε άλλο θα θεωρούσαμε «διονυσιακό», περιστρέφονται γύρω από αυτό το πρωτογενές αίτημα της ψυχής, που δυστυχώς στην αστική μας κατάντια έχουμε διαστρεβλώσει παντελώς: ζωτική εκμηδένιση του αποστασιοποιημένου από τον Κόσμο Εγώ- επιστροφή στη Μήτρα του Όντος!
Ιδού λοιπόν μια ευφραντική αποστολή που θα επιτείνει την αναμενόμενη νέα ανθρωπογένεση. Έτσι είναι που τα βάσανα της οδυνηρά και οικτρά μερικευμένης οντότητας του αστικού τοπίου θα φτάσουν στην τελική του κάθαρση. Ο Homo Gestalt θα σηκώσει το θεάρεστο ανάστημά του όταν πλέον πατήσει γερά επί της νέας υπαρξιακής γνωσιολογίας· επί της συνειδητοποίησης ότι μέλημά μας δεν είναι η συγκατάβαση των ψυχοκοινωνικών μοτίβων που μας εγκλείουν στα απελπιστικά καλντερίμια ενός αδίστακτου κι απάνθρωπου Νόμου. Μέλημά μας, τώρα που οι πρώτες ανταύγειες της αυγής σχίζουν τη βαθιά νύχτα της Ιστορίας, είναι να βάλουμε πλώρη για εκείνη την αχαρτογράφητη περιοχή του μη-γνώσιμου, του ριζοσπαστικά Άλλου... της ίδιας δηλαδή της πηγής του εαυτού που λησμονήσαμε καθώς θωρούσαμε στον καθρέφτη το κατακερματισμένο μας πρόσωπο. Αυτή είναι η πιο ενδελεχής θεραπεία, εκείνη που θα μας εξαγνίσει στα νάματα του Είναι, διυλίζοντας κάθε εγωκεντρική πρόθεση, κάθε κακόβουλη πράξη, οτιδήποτε προκαλεί τις σκιές της καχυποψίας. Η πιο βαθιά πνευματική αναγνώριση ενός Κόσμου που επαναφέρει την πρωτογενή ασφάλεια του προσκολλημένου στο μαστό βρέφος είναι εκείνη που διερωτάται για το απροσδιόριστο οντολογικό υπόβαθρο, αυτό το ερμητικό Είναι, δίχως να πέφτει σε παγίδες ερμηνευτικής παγίωσης ή πρώιμες δογματικές εξηγήσεις. Πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό, για έναν αφουγκρασμό στη βαθιά δόνηση του Όντος, την προσπέλαση προς τον Παράδεισο που μας έχουν αποστερήσει οι μυθολογίες του κτητικού ανθρώπου που παλεύει με τις θεωρίες της άγνοιας και του ρεβανσισμού.
Ουαί! μπροστά ο θάνατος... Το πεπρωμένο της ανθρωπότητας εναπόκειται σε μια τέτοια ριζοσπαστική μεταστροφή προς τα κλήματα της αδήριτης εορτής.




Εμπνευσμένο από το βιβλίο "ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ- ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΙΕΣ ΜΙΑΣ ΔΙΑΡΚΩΣ ΜΑΤΑΙΟΥΜΕΝΗΣ ΕΛΕΥΣΗΣ" 
του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ