Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2013

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΩΣΦΟΡΙΚΟΥ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟΥ




Απόσπασμα από το μανιφέστο «Επανάσταση του Αυγερινού-
Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 Mεγάλος o αγώνας που διεξάγεται στις σελίδες που θα ακολουθήσουν, αν αναλογιστεί κανείς ότι αποτελούν απόπειρα της υπεράσπισης του κατεξοχήν ανυπεράσπιστου, της ιδιοποίησης του κατεξοχήν ετέρου, της ηθικής προσαρμογής στο κατεξοχήν ανάρμοστο. Παρότι ανέκαθεν ένα δύσκολο εγχείρημα, που συνήθως αποσιωπείται ευθύς εξαρχής με ειρωνικά μειδιάματα, υπάρχουν πλείστες ενδείξεις ότι στο εξής ένας τέτοιος «κιχωτισμός» θα γίνεται όλο και πιο δημοφιλής. Δεδομένης της κατάφωρης κρίσης που μας πλήττει καθηλωτικά εξαιτίας της εμμονής μας στις παραλλαγές του Ιδίου και το συνακόλουθο αποπροσανατολισμό σε όλες τις κατηγορίες και τις βαθμίδες του ανθρώπινου βιώματος, θα φαινόταν άραγε ρηξικέλευθη η στροφή προς τους μυστικούς αντίποδες της κοινής χρονολογίας και τα βαθύτερα σκοτάδια της συλλογικής μας ανάμνησης; Είναι βέβαιον ότι η καθολική αποτίμηση της εν λόγω αναπόδραστης μεταστροφής μέσω μιας αλληγορικής εγγραφής που θα απέδιδε δίκαιο σε οτιδήποτε παραβλέψαμε στο υπαρξιακό έρεβος, θα εξακολουθούσε ακόμη και τώρα να προκαλεί τις ηθικές μας αντιστάσεις. Εξ ου και γιατί θεωρείται σίγουρο ότι μια τέτοια απόπειρα αποτελεί ένα δύσκολο εγχείρημα. Αποσκοπώντας, όπως θα ισχυριζόταν ένας προκατειλημμένος, στην «τρομοκρατική εφόρμηση» κατά των πανανθρώπινων αξιών, είναι αμφίβολο το αν θα διαπερνούσε την τελευταία στενωπό της λογοκρισίας. Μα όμως, ερευνώντας την ανθρωπολογική εξέλιξη των τελευταίων αιώνων, εν συνόλω, διαπιστώνουμε ότι όλες οι αναστοχαστικές μας διεργασίες ανέκαθεν βολιδοσκοπούσαν την άφιξη σε αυτήν ακριβώς την ύστατη στενωπό, καθιστώντας, από ένα σημείο και ύστερα,  τούτη την απόπειρα σαν έναν κάποιον αναμενόμενο μονόδρομο. Εντελώς ειρωνικά, είναι ο μονόδρομος που μας διανοίγει στο πολυσχιδές σταυροδρόμι του θαυμαστού μετα-ουμανιστικού πεπρωμένου…
Όμως το θάμβος αυτού του ευεπίφορου πεπρωμένου προς το παρόν στιγματίζεται από εκείνες τις ανεξάλειπτες αξίες που έχουν κατοχυρώσει αυθαιρέτως οι μνείες των εγγύτερων προγόνων. Ακόμη κι εμείς, οι έσχατοι μιας τεράστιας εποχής που τώρα πια τελειώνει, είμαστε χωροθετημένοι στο ίδιο αυτό οντολογικό Κατεστημένο με τις πολύ βαθιές ρίζες, προγραμματισμένοι από αναχρονιστικές βεβαιότητες που όμως στο αναδιοργανωμένο πεδίο της τρέχουσας αναστοχαστικότητας δεν μπορούν παρά να θεαθούν ως περιττές. Η προσπάθειά μας λοιπόν να ανταποκριθούμε στις συνθήκες κατά τρόπο που θα ωφελήσει τη διαφαινόμενη νέα ανθρωπογένεση, είναι αρχικά καταδικασμένη να συγκρουστεί με όλους εκείνους που εμμένουν σε μια παρωχημένη συνοπτική προκατάληψη: την αποστροφή από την αλληγορική εγγραφή της αναπόδραστης ανθρωπολογικής τροπής, για την οποία κάνουμε νύξη εδώ∙ την προκατειλημμένη απέχθεια από το απελευθερωτικό νέο σημαίνον του παγκόσμιου γίγνεσθαι, που όλως παραδόξως καθαιρεί την τυραννική επίδραση κάθε άλλου σημαίνοντος.
Ωστόσο η φυσική εξέλιξη του ευρύτερου διαδικαστικού γίγνεσθαι, αλλοιώνοντας τα καθιερωμένα κοινωνικοπολιτικά μορφώματα του πατριαρχικού κόσμου, βήμα-το-βήμα μας συμφιλιώνει με αυτήν ακριβώς την πιο «αποτρόπαια» εκδοχή, σα μια παράδοξη άνωση που υπόσχεται να μας συμπαρασύρει πέρα από την ύφεση εκατονταετηρίδων. Ακριβώς στο ναδίρ, όπου προσηλώνονται με κερδοσκοπική μέθη τα ανθρωποειδή που μας κυβερνούν, φαίνεται επιτέλους να αστράφτουν τα σχήματα της ριζοσπαστικής ανατροπής. Αν ένα ύφος ανταπόκρισης, λοιπόν, θα ταίριαζε περισσότερο σε αυτήν την κατάσταση, αυτό είναι της ειρωνείας και του αυτοσαρκασμού ενός παραδοξολόγου. Σαν το αναπάντεχο υστερικό γέλιο και την παρανοϊκή χαρμονή που ξεδιαλύνουν απροσδόκητα τη μανιοκατάθλιψη, έτσι και σε αυτήν την τελευταία στενωπό της Ιστορίας καλούμαστε να αποδεσμευτούμε από τις ηθικές μας χρεώσεις και οφειλές με έναν εντελώς «παράλογο» ελιγμό, που όμως στα εκτιθέμενα από την τρέχουσα αναστοχαστικότητα νεοφανή σημεία αναφοράς, δικαιώνεται ως ο ορισμός της νηφάλιας ανταπόκρισης. Φαίνεται ότι εκείνο που ήταν αδιανόητο για όλες τις προηγούμενες γενεές της κοινής χρονολογίας έχει γίνει ζήτημα μιας απλής παραδοχής.
Το ανά χείρας μανιφέστο διαμηνύει όλες τις δυναμικές (αναστοχαστικές, γνωσιολογικές, ηθολογικές, πολιτικές, οικονομικές, δομικές) που μας φέρνουν εκεί όπου εκκρεμεί η τελευταία χειραφέτηση: στο σημείο πρόκλησης της ύστατης λογοκρισίας. Ο λόγος για τη χειραφέτηση που θα στεγάσει όλους τους προηγούμενους αγώνες κατά του πατριαρχικού κατεστημένου με μια νέα μυθοποιία, αποκαθιστώντας το καταστατικό δίκαιο της παλαιάς λησμονημένης οντολογίας. Με την εκτενή του πραγματεία και την πολυεπίπεδη του θεματική επιδιώκει να επιτεθεί από κάθε δυνατή πλευρά στο λογοκεντρικό Πατρικό Νόμο, αποδίδοντας δίκαιο στην γενεαλογία των καταδιωγμένων, από τον πρώτο «ειδωλολάτρη» που υπέστη τα φρικτά εγκλήματα της Ιεράς Εξέτασης μέχρι το τελευταίο θύμα της τρέχουσας παγκοσμιοποίησης που με τις πιο ύπουλες μεθοδεύσεις κατάντησε ασυνείδητο ανδρείκελο, ανίκανο για την οποιαδήποτε αποτελεσματική ανατροπή. Καταδεικνύοντας την ομοιογενή διαδικασία που ορίζει τον ιστορικό ρου του πατριαρχικού γίγνεσθαι από την αρχή έως το τέλος, δρομολογείται η εκζητούμενη βαθιά στηλίτευση του μακροπολιτικού εκείνου προγραμματισμού που έχει πλέον παρεισφρήσει βαθιά μέσα μας. Εν προκειμένω, εκτίθενται τα απέραντα δίχτυα ενός δεινού αλιέα, με τα οποία δυστυχώς έχουμε πλήρως ταυτιστεί και από τα οποία καλούμαστε τώρα να απεμπλακούμε ώστε να ανεύρουμε τα προ πολλού χαμένα δικαιώματα που αναλογούν στο πραγματικό μας είναι.  
Το μήνυμα αυτής της διεξοδικής πραγματείας είναι ενθαρρυντικό. Περιγράφοντας και εξηγώντας τις αναπόδραστες δυναμικές που για αιώνες τώρα κατατρύχουν λίγο το λίγο το μεγάλο μακροπολιτικό δίκτυο της κυριαρχικής μονοκουλτούρας, συμπεραίνει τη σταδιακή υπερίσχυση της χαοτικής ενδεχομενικότητας επί της δόλιας αντικειμενικής τάξης, καταδεικνύει τους απρόσμενους συμμάχους του ατομικού δικαιώματος, και τη διαφαινόμενη ανάδυση ενός νέου οντολογικού κώδικα. Ως απόρροια των βαθύτατων αφορισμών και των πιο ολοκληρωτικών αποδομήσεων, μέσα σε αυτό το χαμό, κάτι φαίνεται να «ξεθαρρεύει», κάτι σχηματίζεται. Με την ίδια καταστατική αρμοδιότητα του ό,τι θεωρούσαμε ως τώρα δεδομένο, την ίδια συνεκτικότητα και ηθική επιτακτικότητα, στα μοτίβα της ανώτερης χαοτικής τάξης διακρίνεται η οργάνωση μιας νέας οντολογικής συνθήκης, στην οποία καλούμαστε να προσαρμοστούμε. Δίχως επιθυμητικό κόστος∙ μακροπρόθεσμα, δίχως ηθικές προστριβές και οδυρμούς∙ δίχως τις γνωστές αντεγκλήσεις του ασυνειδήτου που στιγμάτισαν κάθε λογής «ρομαντικές παρατυπίες». Διότι κάνοντας λόγο για την αναδυόμενη καταστατική αρμοδιότητα του κατεξοχήν ανάρμοστου ουσιαστικά, εννοούμε την αμνηστία του ίδιου μας του βαθύτατου Εαυτού και του πρώτου αθώου δικαιώματος.
Θα τολμήσουμε λοιπόν το ρηξικέλευθο διάβημα, λέγοντας αρχικά ότι το να ξεγλιστρήσουμε από τη στενωπό της ύστατης λογοκρισίας δε θα έπρεπε να αποτελεί πλέον τόσο δύσκολο εγχείρημα. Το ότι βρισκόμαστε άλλωστε σε αυτό το σημείο οφείλεται στην παρώθηση συσσωρευμένων δυναμικών που αναποδράστως μας φέρνουν στο σημείο μιας τέτοιας «περιγεννητικής» εμπειρίας, στην κρισιμότητα της οποίας καλούμαστε να παλέψουμε με την Αλήθεια και τον Εαυτό προς χάριν των ιδίων. Κι αν νικήσουμε θα είμαστε αγνώριστοι των ανθρωποειδών που οδηγούν το σημερινό κόσμο στο έρεβος της καταστροφής∙ θα αποτελούμε αυτόν το νέο τύπο ανθρώπου -τον ολιστικό, τον πρισματικό, τον διαλλακτικό- που θα έχει την ικανότητα να μετουσιώσει έναν ασυναίσθητο εφιάλτη στη διαυγή, πλήρως ενσυνείδητη διάκριση μιας ονειρώδους συγκυρίας, που όχι απλώς θα μας περισώσει από τις χειρότερες επιπτώσεις των βιομηχανικών κοινωνιών αλλά και θα μας ανταμείψει γενναιόδωρα για όλες αυτές τις θυσίες που προηγήθηκαν, την παρατεταμένη απώλεια, τη θλίψη, τον ευτελισμό, με ένα απαύγασμα της Ιστορίας που, καθώς θα την αναιρεί, ταυτόχρονα θα μας θέτει επί τη βάσει ενός νέου εξελικτικού ενδιαιτήματος, όπου αποκλειστικοί δημιουργοί θα είμαστε εμείς, οι αυτόνομοι πρωτεργάτες της παιγνιώδους συναίνεσης.
Μια τέτοια νέα δραματουργία δεν μπορεί παρά να ερείδεται σε ένα ανάλογο θεμέλιο. Ιδρυτική απαρχή αυτής δεν μπορεί παρά να είναι μια παιγνιώδης, σκωπτική, μα ωστόσο, βαθύτατη επιτομή που θα διαχωρίσει τα τεκταινόμενα του παρελθόντος και του μέλλοντος σε δύο παντελώς διαφορετικές κατηγορίες. Καλούμαστε λοιπόν να επιλέξουμε: Το αν θα συνταχθούμε με όσους αποδέχονται την υπαγωγή των εξελίξεων στη νέα αλληγορική εγγραφή ή με όσους εξακολουθούν να την εξορκίζουν, όντας προσκολλώμενοι στις πολυκαιρισμένες προρρήσεις ενός ασυνάρτητου πλέον με τα του παρόντος παρελθόντος. Η αφύπνιση σε αυτό το δίλημμα είναι το πρώτο έργο που φιλοδοξεί να διατελέσει τούτο το μανιφέστο. Ακολούθως, η υποβολή πειστηρίων για την ορθότητα της «κατεξοχήν ανάρμοστης» επιλογής φιλοδοξεί την παρότρυνση για την πρόοδό μας στο φως του νέου Αιώνα, στο χάραμα του οποίου προβλέπουμε εξελίξεις ριζοσπαστικά ανοίκειες για τα όσα γνωρίζει και βιώνει ως τώρα ο Homo Sapiens∙ εξελίξεις που θα συνεφέρουν εμάς και τις επόμενες γενεές στο ανάστημα ενός νέου είδος ανθρώπου που επιτέλους θα κεντρίζεται από τη ζωντάνια της στιγμής, το κλέος της ύπαρξης, τη στοιχειώδη ευφροσύνη του συνειδέναι. Όλα δηλαδή όσα λεηλατήθηκαν, βεβηλώθηκαν, κι αναπαραστάθηκαν ως γνωρίσματα αλλότρια με πρόσχημα πάντα την ιστορική αναγκαιότητα κάποιας «προοδευτικής Σωτηρίας».
Τελικά, η πραγματεία αυτή, αποπειρούμενη να αναμετρηθεί με την αρχέτυπη προκατάληψη των πατριαρχικών κοινωνιών της Δύσης, αναδεικνύει εκείνο το άλλο κοσμοείδωλο, που έχει προ πολλού απωθηθεί στο ασυνείδητο. Με σύμμαχο τη βαθύτερη ανεξιχνίαστη συνήθως Αλήθεια αλλά και τη φορά των ίδιων των εξελίξεων∙ με πυξίδα το σημαδεμένο ορίζοντα από το λαμπρό ουράνιο «κόσμημα» που προμηνύει το φως μιας νέας ημέρας, αποπειράται να κατανικήσει τα τελευταία κατάλοιπα στα οποία καταλογίζεται η παρούσα μας παρακώλυση ενώπιον αυτής της συγκλονιστικής πανανθρώπινης χαραυγής. Αλλά και πάλι, ακόμη κι αν η επιχειρηματολογία ανέρχεται από τα βάθη της πιο ολοκληρωτικής αποδόμησης, θέτοντας επί τάπητος τα στοιχεία που κατοχυρώνουν την ορθότητα της διαφαινόμενης Μεταστροφής, δε θα περίμενε κανείς την ολοκληρωτική πάταξη της πιο αρχέτυπης, σχεδόν ανεξάλειπτης πατριαρχικής προκατάληψης που την παρεμποδίζει. Ίσα-ίσα που θα την οξύνει, γιατί τέτοια είναι άλλωστε η φύση της προκατάληψης: σκοπός της η φρουρά της Αλήθειας, ακόμη κι όταν η τροπή της τελευταίας την εξυπονοεί πλέον ως ληστρική. Μια προκατάληψη είναι τέτοια επειδή ακριβώς δεν παραδίδει τα όπλα∙ ακόμη κι αν μείνει δίχως έρεισμα, προτιμάει να πεθάνει μετέωρη αν είναι δυνατόν και στο έσχατο κενό.
Όμως αυτό κάνει την επιχειρηματολογία που ακολουθεί ακόμη πιο επιτακτική και τις σελίδες που ακολουθούν, όντως, έναν πραγματικό αγώνα. Οι αναστοχαστικές μας επιθεωρήσεις μας εξαπολύουν σε μια νέα τροχιά εξέλιξης- τίποτα δεν το αλλάζει αυτό, ούτε ακόμη η συναισθηματική προσκόλληση της άγνοιας. Τούτο το μανιφέστο σαν επωδή (παρά σαν έναυσμα), εγχαράσσοντας μια βαθύτατη επιτομή, δείχνει την ανεπανόρθωτη μας, περιπετειώδη πορεία προς το αύριο. Την αναγκαιότητα μιας αφύπνισης για εκείνο που πανταχόθεν συμβαίνει. Την αναγκαιότητα μιας ενεργής συμμετοχής σε ένα Κίνημα Ζωής, που υποθάλπεται από όσα βεβήλωσε η «σωτηριολογική» μας πορεία προς το θάνατο και που τώρα αναδύονται με μια φαταλιστική δυναμική.
Η όλη κατάσταση παραπέμπει σε ένα παλιό τελετουργικό θυσίας των Βεδουίνων. Το θυσιαστικό θύμα ήταν μια καμήλα που σφαγιαζόταν στο χάραμα. Όλη η ομάδα, ενώ ακόμη το ιερό σφάγιο σπαρταρούσε, έπεφτε πάνω του με μαχαίρια και ξέσκιζε κομμάτια από τη σάρκα, επιδιδόμενη σε ένα ταχύτατο τσιμπούσι ωμοφαγίας, ώστε στο μικρό διάστημα μεταξύ της ανατολής του Αυγερινού, που άρχιζε η θυσία, μέχρι της ανατολή του ηλίου, να είναι αρκετό για να εξαφανιστεί και το τελευταίο ίχνος του θυσιαστικού θύματος. Τέτοια είναι η αποστολή μας, λίγο προτού γεννηθούμε στο φως του μετα-ουμανιστικού κόσμου.
Όμως, τούτη τη φορά, το θυσιαστικό θύμα δεν είναι κάποιος αποδιοπομπαίος έπηλυς, αλλά –με τον πιο ουσιαστικό τρόπο- ο ίδιος μας ο εαυτός και οι αυτοδίκαιες βεβαιότητες που αποκρύπτουν την πραγματική φύση Του.
Η εποχή της ύστατης αναμέτρησης έφτασε…